Ο υποψήφιος πρέπει να έχει την ικανότητα να κατανοεί και να χρησιμοποιεί την ελληνική γλώσσα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται γλωσσικά σε καταστάσεις στις οποίες είναι πολύ πιθανόν να εμπλακεί, είτε ως επισκέπτης είτε ως προσωρινός κάτοικος στην Ελλάδα, στην Κύπρο ή σε περιοχές όπου χρησιμοποιείται η ελληνική γλώσσα ως μέσο επικοινωνίας (ελληνικές κοινότητες σε άλλες χώρες) ή ακόμη αν συναντά στη δική του χώρα επισκέπτες ή προσωρινούς αλλά και μόνιμους κατοίκους που χρησιμοποιούν την ελληνική γλώσσα.
Οι καταστάσεις στις οποίες μπορεί να εμπλακεί, εκτός από τις πρακτικές συναλλαγές της καθημερινής ζωής, είναι αυτές που προκύπτουν από την προσωπική, άμεση επικοινωνία με σκοπό τη δημιουργία και τη διατήρηση κοινωνικών επαφών ή την άμεση ή έμμεση επικοινωνία στη διεκπεραίωση υποθέσεων σε σχέση με ποικίλους τομείς της δημόσιας ζωής (επιχειρήσεις, εκπαίδευση, πρόνοια κτλ.).
Ειδικότερα, ο υποψήφιος πρέπει να έχει την ικανότητα να καταλαβαίνει ευρύ φάσμα κειμένων προφορικού ή γραπτού λόγου, τα οποία είναι μακροσκελή και απαιτητικά και να αναγνωρίζει έμμεσες πληροφορίες που περιέχονται σ' αυτά. Πρέπει να είναι σε θέση να συνοψίζει πληροφορίες από διάφορες προφορικές ή γραπτές πηγές, να ανασυγκροτεί και να παρουσιάζει με συνοχή επιχειρήματα και αναφορές.
Επίσης, πρέπει να έχει την ικανότητα να εκφράζεται αυθόρμητα, χωρίς να χρειάζεται χρόνο για αναζήτηση των σωστών εκφράσεων και με το βαθμό τυπικότητας ή εγκαρδιότητας που είναι κατάλληλος για την κάθε περίσταση.
Γενικά, πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιεί τη γλώσσα ευέλικτα και αποτελεσματικά για κοινωνικούς, ακαδημαϊκούς και επαγγελματικούς σκοπούς. Πρέπει να μπορεί να εκφράζεται πάνω σε σύνθετα θέματα με σαφήνεια, δομή, λεπτομέρεια, χρησιμοποιώντας με αυτοπεποίθηση συνδετικούς και συνεκτικούς γλωσσικούς μηχανισμούς.